.

Wednesday, February 06, 2008

72


Εχω ενα δωμάτιο οπως όλοι. Εχω ενα μοβ ,τετραγωνο δωματιο οπως όλα. Μια ζωη σαν την δικη σας που ανελλιπώς κανει κυκλους και κουτουλάει στις γωνιες απ' τους τοιχους του. Μα εχω και εναν χαμστερ λευκο, στο μοβ δωματιο και περιστρεφεται ολημερις γυρω απ'τον τροχο μάταια. Σταματαει ,υποψιάζεται πως κάτι ειναι λαθος και επαυξανει τις περιστροφές με μανια γιατι θεωρει πως καπου θα φτασει. Εχω μια εγνοια παρεξηγηγημενη για αυτην την σταση του. Την ανησυχια οτι δεν μπορω να ξερω ,οτι ισως σφαλω που ετσι τον παρατηρω και τον κρινω.

Εχω μια γατα που οταν γραφω κατι γραφει και αυτη. Οταν καθομαι νηστικος δεν τρωει ,δεν προβαίνει ως το ψυγειο με νάζι ,δεν τριβεται στις γωνιες απο αυτο ,κρατάει την ουρά της σταθερή. Οταν κρεμαω μια θηλεια στο ταβανι δεν περιφερεται αναστατα μα ουτε και φοβισμένα, περιμενει με σθενος εκει μεχρι να τελειωσω και αν δεν τα καταφερω τυλιγει την ουρα της γυρω απ'τον λαιμο μου για να με ανακουφίσει. Πιστα νιαουριζει και με βοηθαει να ξαναγενηθω. Οταν νικηθω και αναψω σαν ανθρωπος ενα τσιγαρο ,καπνιζει και αυτη γνωριζωντας καλα πως δεν θα σκασει ,δεν ειναι βατραχος ,ολα ειναι αληθινα. Δεν ζούμε κανενα παραμυθι τουτη την στιγμήν.
Εχω μια γατα που ξερει οτι ειναι γατα. Και δεν πιστευει πως θα ηταν γραπτο να ημασταν μαζι ακομα και αν ηταν ανθρωπος. Μια γατα που με συμπαθεί ,ειναι ετοιμη να πεθανει μαζι μου μα θα προτιμουσε πρωτα να δει πως το εκτελώ και επειτα να ξανασκεφτει αν θέλει να το κάνει.

Εχω εναν βατραχο που καποτε υπηρξε πριγκηπας σε ενα παραμυθι μα τωρα σαν αληθινος ζητιανος αναπηδάει πανω στα πληκτρα και συλλεγει τα κομμάτια απ'τις λεξεις που φτύνω καθως γραφω. Εχω εναν πλαστικό σου δονητη που ξεχασες, ενα χαρτινο πιατο με αποφάγια απ'τους δυσταγμούς να καταναλώσουμε που ούτε τροκτικό του χειμώνα δεν θα πλησίαζε. Εχω μια στιγμη στρογγυλη που κολησε σε εκεινο το πιατο, εκεινη την στιγμη την τετραγωνη. Ολόγιεμο απο στάχτες ,κονιάκ με γευση φαγητου ,ξεραμένες ροχάλες που θυμίζουνε φράκταλ απο αυτα τα φτηνα που δημιουργεί το φίλτρο της Τζούλια στο φωτοσοπ. Αν θελετε να ξερετε.

Εχω ενα φωτοσοπ που δεν γινεται να με μεταμορφώσει σε κατσαρίδα αν συλλογιστω πως ολα ειναι μαυρα, αυτο είναι το μονο που απεμεινε με σκοπο απο τότε που έφυγες. Εχω βιωσει την περιφρονηση αλλα δεν με λενε Γρεγκορ Σαμσα. Δεν με λενε οπως θα επρεπε. Σιγουρα οχι συγγραφεα, μα ουτε γινεται να ειμαι χαρακτηρας βιβλιου. Με λενε λαθος, ειμαι ο δύος, ο τρίας, ο εκατονεικοσιτεσσερα εκφραση της αβεβαιοτητας; Δεν ξέρω απλα. Επιστροφή ξανά σε αυτα που εχω γιατι ξέρω πως θελετε να ξερετε. Ομως εγω δεν. Αν εχω ενα μοβ δωμάτιο που μέσα φυτρωσε ενα κυπαρισσι καταπρασινο. Στην δουλεψη μου εναν υπευθυνο προισταμενο της ανευθυνοτητας που πληρωσα με δανεικα να το/με προσεχει. Εχω τον υπαιτιο για τα λαθη μου σκλαβο μπροστά. Κρεμασμένο απ'τα χειλη που αποφάσισα, καθε αποπειρα να τελειωσω ειρηνικά οτι ξεκινησα με πανικο ψυθυρίζωντας του "εισαι νεκρός". Εχω τον προσωπικο μου ψυχαναλητη οπως όλοι, εχω ενα μοβ δωματιο ,σε ενα επιβλητικα ψηλο, βαμενο καθως πρεπει κτιριο στο Μπεβερλυ Χιλς. Εχω την αρνηση αυτου που ποτε δεν διατυπωνει ορθα τις γωνιες του σε σχέση με το σχημα στις σκέψεις.

Εχω ενα κυπαρισσι καταπρασινο που το ονομασα χθες. Το γράφω στις ρίζες του, χθες γράφω , οτι έχει ρίζες αν θελω και αν θελετε να ξερετε. Δεν γνωριζατε τιποτα για εκεινο μεχρι εγω να σας το φανερωσω. Μεσα στο χωμα περιφερονται σκουλίκια που δεν τα βλέπω ,στο πρωινο τους υπογειο σεργιανι. Τα βραδυα σαν νυχτώσει για τα καλά με πλησιαζουν ,τα νιωθω που μασουλάνε τις φτερνες μου θαρρωντας πως ειμαι νεκρος. Ξυπνάω αποτομα , δεν εχω πεθανει στα σιγουρα, κρυβονται αυτα κατω απ'τα σκεπασματα. Λες και με είδαν που ξεμπλεχτηκα απ΄τα κουρελια και αναρρωτηθηκαν γιατι τσιμπολογάνε εμενα ενω και τα κουρελια ωστόσο ειν' γευστικα. Μυριζουν οτι εσταξα, οτι ακουμπησα, οτι ονειρευτηκα. Ευωδιάζουν την γκάβλα οταν στον έχωνα. Δεν ειμαι νεκρος και ας έτσι, απλα ειμαι ξυπνιος απο ενστικτο γιατι ψαχνω παλι να γαμησω. Εχω εναν ποντικο (στρέιτ) που τον κλειδωσα οταν εβρεχε σε μια τρυπα ενω πρώτα τον φοβισα. Τον κυνηγουσα στο μπαλκόνι τοτε που σταματούσα να γράφω την "βροχη" και οταν ξαναγυρισε τρυπωσε κατω απ'την χεστρα σαλεμένος/χεσμένος. Απο τοτε δεν τον ξαναειδα. Οταν εχεζα και σκεφτομουν ολα αυτα , τον σκεφτομουν και αυτον ,γιατι όχι; Κακο του προκάλεσα, καθε ελπιδα να δει το φως του εφραξα καθως ηθελα να τον ζουληξω κατω απ'την πατουσα μου. Ομως δεν το καταφερα και βοηθησε οτι οταν τον ειδα να μπαινει στην τρυπα ,αυτοκτόνησε. Με σβελταδα την εκλεισα βαζωντας μια βρωμικη καλτσα ,να απαλαχθω για παντα απο την βρωμικη παρουσία του. Τι ματαιο να προσπαθει καποιος να κρυφτει σε μια τρυπα που διπλα της υπαρχει το καλαθι με τα απλυτα. Ποντικε παραδεξου το ,σταθηκες μαλακας. Δεν ξερω αν πεθανες απο την πτωση στο καινό ή απο την ασφυξια. Αν με γνωριζες καλυτερα θα ηξερες πως μυριζω ομορφα. Ολοι γνωρίζουν πως μέχρι τα 18 μου μυριζα σανταλόξυλλο. Ομορφος που ημουν. Το βαμβακι μυριζει απο μονο του ασχημα ,οταν πρεπει να ειναι μαυρο. Ομως οταν το καλλιεργεις και το συλλεγεις καταλευκο ειναι ασυγκριτο. Ειναι μάταιο να βαφομαστε συνανθρωποι. Ειμαστε οτι καταφέραμε ,μονο αυτο θα σας πω. Αν θελετε να ξερετε. Ετσι θα νιωθει και η μαυρη βαμβακερη καλτσα. Δεν θελω να μιλησω αλλο για τον ποντικο.

Εχω ενα τεραστιο τασάκι μαυρο και δεν ξερω απο τι υλικα κατασκευαστηκε, δεν ξερω τι χρωμα ειχε οταν απεκτησε υφη. Ξεχυλίζουν οι γόπες ,κολυμπάνε οι αποδειξεις απ΄οτι κερδισα σαν νέος. Τηλεφωνικα νουμερα απο γκομενες που ποτε μου δεν καταλαβα γιατι συλλεγω. Καπακια απο μπυρες που ταξιδευουν την ζαλη μου με τυχαιους συνδιασμους αποτυχιας μεσ'το τασακι. Σταματανε στο νησι του Κονιακάκη αποφευγωντας τις παγιδες του τζιαρ κόκκινου, συναντανε τον καπτεν Μοργκαν που μολις δραπετευσε απ'το στομα μου και ολοι τους μαζί αναρωτιουνται πως βρεθηκαν εκει. Δεν θελω να ξερω αν πλεον εχω στομαχι. Σε καμοια περιπτωση δεν μπορω να σκεφτομαι γι'αυτους. Εχω θαυμαστριες αυτου ,που δεν μου στελνουν μια καρτα για τα χριστουγεννα παρα μονο με φανταζονται ,ετσι. Σαν αυτες τις φωτογραφιες με τους Αγιους Βασιληδες αλκοολικους/ αποτυχημενους στα στενά με ψευτική γενειάδα. Να ποναν τα σωθικα μου καθως ξερναω. Ολα αυτα που εχω αφήσει μεσα απο αυτα που διακατέχω. Φωτογραφίες που καποιος γελαει εχω και απο αυτες. Αν θελετε να ξερετε. Καποιος απορει διπλα. Καποιος δειλος αναπολει. Στις φωτογραφιες παρέας. Καποιος εχει βρεγμενα μαλλια, μολις βγηκε. Καποιος περιμενει να γίνει κάτι. Καποιος προτρεχει ,φαινεται λες και εξαφανίζεται. Η φυση φοράει τα καλα της. Και πισω απο μερικα δεντρα , ενας καταγαλανος ουρανος. Καλοκαιρι.

Εχω μια ομπρελα θαλασσης. Εχω ενα ποτιστήρι σακούλα σαν εκεινα που κρεμανε στα καμπινγκ οι ανθρωποι που φοβουνται την ξυρασια. 21 γραμμάρια η ανθρωπινη ψυχή λένε ,αυτο θα χωράει μέσα ολες τις μαλακίες που καμαν. Παρ'ολα αυτα. Στάζει με βρέχει με δόσεις. Φοβαμαι να βγω γιατι δεν εχει εξω χρωματα. Εχω ενα μοβ δωματιο που ζωγραφισμενο εχει και εναν πολυχρωμο ήλιο. Εγω τον ζωγραφισα. Αν θέλεις να ξερεις. Εχω ενα καλοριφέρ απο αυτα τα ηλεκτρικά που βγαζουν ζεστη μα είναι τοσο βρωμικό και ψυχρό οσο και η παγωμένη σου εκφραση σαν με κοιτας. Το κρυο το φανταζομαι βρωμικο και μοναχό να πινει μπυρες. Εχω τοσο κρυο μεσ'την ψυχη μου οταν σε ξερω. Εχω ενα μοβ δωματιο αποκομένο απο ενα κομάτι της ανταρκτικης. Παγοβουνο θλιψης στρωμένο στο χαλάκι και καθε φορα αν καμω να ανοιξω την πόρτα ειναι λαθος γιατι διατηρει την καρδια μου σε ψυξη. Και επειτα νεκρος ,αν πιστεψω πως σε δω ,πως σε αναγνωρίζω δικιά μου σαν τότε. Εξω εχω απλωσει και εναν ήλιο οχι ζωγραφιά ,αλληθινο μα απο αλλον ουρανο ,φλογερος πιο πολυ απ'τον δικό μας αδυμονει πως θα διαβώ το δωμάτιο να μου ξανθυνει το μυαλό. Εχω ανθρωπους που θελουν να με χτενισουν. Εχω ανθρωπους με οψη προβατου που θελουν το μαλλι μου. Γουρουνια που θελουν να γευτουν την σαρκα μου. Ομως εγω εχω ψυξη στον εγκεφαλο και δεν φυτρωνουν σωστα. Εγκεφαλικο στο κοματι που ειμαι σιαμέζος σαν εσάς ,δυστηχος αν θες να ξέρεις. Δυστηχισμένε ανθρωπε εχω και εγω ενα κλειδι που δεν ξερω τι ανοιγει. Μα περισσοτερο αν θες να ξες καθως το κοιταω με προβληματιζει αν αυτος που το κατασκευασε ,θα ειχε ωραια μαλλια και αυτος. Δεν εχω ξανθα τον χειμωνα απο αυτα που τα βλεπεις και θες να τα βαλεις για υπνο στο μαξιλαρι σου. Ενα ξυρισμένο μουνι μονο στο ταβανι εχω που σταζει για να με τραβήξει απ'τον λυθαργο. Μεταμορφωνεται σε πεταλουδα αν κανω πως τρεχω προς το μπαλκονι απο εφιάλτη. Με παρατηρει αν θα πεσω ,αλλαζει χρωματα αν έτσι αποφανθώ. Κανει τα 13 μετρα ύψους να φαινονται πρασινο ,τον εκτο οροφο πορτοκαλι ,τα 500 χιλιομετρα προς τον νότο ακαζού με σκατι αποχρωσεις. Μου εξαφανίζει όλα τα κλειδιά που μπορούν να με οδηγήσουν "κάπου". Και με ξαναβάζει για ύπνο.

Εχω εναν κτυπο που δεν ξερω ποιο αυτι τον προσκαλεσε, μια νοσταλγια που ποτε μου δεν καταλαβα ποια σκεψη την οδηγει καθε χειμωνα προς την θαλλασα. Ποιος μικρος τιμωρος της ευτυχιας την ανακαλεσε σε γευμα καθως ποτε δεν τελειωσε το δευτερο πιάτο της. Μαζί μου ποιος αναπολει; Αυτος που του λειπει κατι που ανεκαθεν είχε ή εκεινος που του λειπει αυτο που δεν ειχε ποτε; Σιγουρα αυτος που τα θελει ολα. Εγω ομως τι έχω; Εχω τοσα πραγματα πεταμενα στον βωθρο που δεν ξερουν να κολυμπανε και αυτο με ανυσηχει. Λιλιπουτεια τα βρηκα ,βρεφη θα'ταν οταν τα ανταμωσα σαν την φωνη, τα εξημερωσα μα ποτε δεν τα εμαθα πως επιπλεουν στα σκατα. Εχω ενα τηλεφωνο που του αλλαζω τους αριθμους στο καντράν οταν βαριεμαι. Γραφω οκτω με μαρκαδορο πανω στο εννια, σβηνω το μηδεν γιατι μισώ το παρελθον το απειρον και την επαναληψη. Τοτε που ελεγε "πατηστε το 0 και ολα θα γινουν οπως πρεπει". Συγνωμη για την αναστατωση κύριε. Ομως εγω εχω και ενα οπλο περασμενο γυρω απ'τον λαιμο μου με την κορδέλα που ξεχασες τότε. Στο μοβ δωματιο. Συνδεμενο με το πληκτρο που γραφει "ρεντάιαλ". Ποτε δεν δουλεψε σωστα αν θελετε να ξερετε. Γι'αυτο ειμαι εδω και σας γραφω. Τυχεροί που είστε και με διαβάζετε. Ολα κολησαν στην γαμημενη στιγμή του τότε. Παντα καποιος θα μου θυμισει πως ειμαι ζωντανος. Ο τυχερος και ο ατυχος συγχρόνως. Τι εκτακτο θα ηταν μια φορα να ενεργήσει οπως πρεπει καθως σε πληκτρολογώ. Να ακουσεις τον κροτο και να πεις "Κατι ακουσα, ακουστηκε κατι γλυκέ μου Αλε;". Σχηματιζω λαθος τα νουμερα που γράφουν διαρκως "επινοηση της μοναξιάς". Χρειαζομαι οτι χρειαζομαστε ολοι. Εναν ήχο που αντοιχεί σωστα στα αυτιά. Ειμαι ο ιδιος αυτος που δεν χορτένει τον ήχο της βροχής. Θα σας συναντήσω αυριο. Γι'αυτο αρχιζω να μιλαω οπως ολοι, κλεινομαι στον εαυτο μου. Παραγκελνω αδιαφορα πραγματα που δεν θα αλλαξουν σε καμοια περιπτωση την ζωη μου, οπως και εσεις. Πεινάω ,δεν χορτασα απο μαλακίες και ψεματα. Παραγκελνω πίτσες, παραγκέλνω ανθρωπους. Καποιος θα χτυπησει το κουδουνι μου. Σας εχει τυχει ποτε να ανοιξετε την πορτα και να σας περιμενει ενα πολυχρωμο κουτι; Φανταζομαι πως όχι. Παντα ειναι ενας δυστυχισμενος ανθρωπος που θα το προσφέρει αφου ζητησει λεφτα. Θα μπορω να του σφηξω το χερι σαν τον καλωσορισω. Δεν εισαι αυτος που φερνει το φαγητο ,εισαι το φαγητο μου και απλα δεν το ξερεις ακόμα ,θα του πω πριν τον πληρωσω. Αξίζεις πιο πολλα απο αυτο, έλα μεσα να δεις. Θα τον προσκαλεσω σεμνά να γνωρισει τον ποντικο που θελουμε να πιστευουμε οτι ζει ,τα σκουλικια φίλους ,να κατσει χαμω στο δεντρο μου να ξαποστασει για λιγο. Και μετα θα τον φαω αν θελετε να ξερετε.

Εχω ενα μοναδικό κουμπί στο τηλεφωνο που και αν το μάρκαρα ποτε δεν θα σας πω τι γραφει. Εχει χαρακτηρες οπως .x.x.x.x.x.x. και οταν το πατήσω το σηκωνει μια γλυκια φωνη ,ψυθυρίζει ανευθυνα"Σ'ευχαριστω που με πηρες. Μου αρεσε οπως και χθες" και εγω συνεχεια το κλεινω οταν συμβαινει τουτο. Αν θελετε να ξερετε έτσι γινεται τα τελευταια χρονια που ζω αναμεσα σας. Που με βλεπετε στους δρομους και νομιζετε αλλα. Για μενα ,δεν ξερω τι να σας απαντησω. Ισως απλα να ειναι η δικαιολογια οτι βρεχει και οι λεξεις βραχυκυκλώνονται μεσα απο τα καλωδια. Ετσι το κλεινω γιατι δεν ακουω καλα, δεν ακουω σωστά το λαθος. Αν θελετε να ξερετε ομως κατι θα σας πω τώρα και το τελευταιο. Οι λεξεις ειναι αδιαβροχες ,αλεξισφαιρες ,μεγαλοπρεπής. Δεν εχω βρει αλλον ανθρωπο ωστοσο. Ουτε εναν. Που μπορει θα μπορει θα ξερει οτι μπορει να αντεξει. Την δυναμη των λεξεων. Ακομα και αν καταφερει να μ'ακουσει. Τι σημασία έχει; Τι αλλάζει πλεον; Αλλη μια φορα σαν τοτε που τιποτα απο ολα αυτα αν δεν συνέβει ,η ζωη θα αρχίζε τον κυκλο της. Ολα ξεκαθαρα απο την αρχή. Μα επελεξα προ καιρου μια ζωη μεσ΄την μοναξιά ,μια ζωντάνια που στα μάτια σας φαίνεται αδρανής ,μια στάση ζωής που ανελλιπώς κανει κυκλους και κουτουλάει στις γωνιες απ' τους τοιχους. Η αρχή του τέλους. Ομορφο τέλος ,καθημερινο αν έχει; Δεν έχει δυστηχώς ,καληνύχτα. Και αν λέω πάλι ψέματα, αν όντως υπάρχει ...δεν θέλω να ξέρετε.