.

Tuesday, April 01, 2008

76









Ειμαστε μια μικρη κοινωνια ποντικών που τρεφόμαστε με τυρί.
Μα μερικοι απο εμάς μοιαζουμε με ανθρωπο.


Σημερα στην δουλεια αργοπορημένος σαν κατεφθασα τους ειδα ολους στο γραφειο μαζεμενους πανω απ'το τυρι.
Ζέστανα τον καφέ και καθησα έξω μοναχος, εγω και ο ηλιος. Πεινούσα αυτο είναι γεγονός, μα περισσοτερο ηθελα να κερδίσω χρόνο απ΄την μοναξιά μου.
Απο καποια στιγμη και μετα, ενας απο αυτους με πλησιασε να ερωτησει γιατι μονος καθομαι και σιωπηλός.
Απευθυνθηκε πίσω απο μαυρα ανθρωπινα γυαλιά προς το μέρος μου.
«Γιατι καθεσε εδω περα μονος συναδελφε; Εχει αντηλιά, δεν σ' ενοχλει ο ήλιος;»
Με ευθύτητα εγώ του απάντησα.
«Καλυτερα μονος να καθομαι στον ήλιο απ'το να καθομαι με ηλίθιους στην σκιά»
Οταν εφυγε ενοχλημένος δεν τον κοιταξα. Δεν συλλογίστηκα διόλου τι θα σκεφτεται τώρα που φευγει.
Μονο παρεμεινα εκει χαζευοντας καταματα τον ήλιο, με γυμνά μάτια.
Σαν άνθρωπος.


Ειμαστε μια μικρη κοινωνια ανθρώπων που τρεφόμαστε με λέξεις.
Μα μερικοι απο εμάς μοιαζουμε με ποντικό.


Σημερα στην δουλεια ένας απο τους ποντικους με πλησιασε με μοναδικη εγνοια να μου φάει το τυρί.
Ξετρυπωσε κάτω απ΄την χαραμάδα ενος γραφειου που η πορτα ανεγραφε:
"Νήγιας. Επίσημος Προιστάμενος της Ανικανότητας"
Φτανοντας προς το μερος μου, επεξεργαζόμουνα ανθρωπινες συνηθειες, τον αντιληφθηκα ποσο με ζυγωνε ανυπόμονα.
Με τους ελιγμούς του πρόσταζε βαρυθυμο θόρυβο σιδεριάς να ανασάνει η ασφαλτος. Οπως και διαπίστωσα οταν έφτασε. Απο πίσω του εσερνε διπλωμένη μια φάκα και αυτος ήταν ξεκάθαρα ο λόγος.
Μπλεγμένη σαρκικά, τεμάχιζε την ουρά του, μα και το στομα του ηταν τσαλακωμένο, απο τον τρόμο.
Προσπαθησε να απελευθερωθει και δεν τα καταφερε. Σκουπισε τα αίματα απ'τα μουστάκια ,επειτα ψέλλισε αδύναμα τις λέξεις, απο τον πόνο.
«Φορας μπλουζα ανθρωπου συναδελφε και μάλιστα την φοράς αναποδα. Ισως να σε ζηλευω μα δεν ξέρω ακομα, ετσι μονάχα αναρωτιεμαι. Το γνωρίζες αυτο όταν την έβαλες ή έγινε απο αμέλεια;»
Εγνευσα καταφατικα χωρις ιδιαιτερη δυσκολια και τον καθησυχασα. Αναστέναξα ήδη απο καλοσυνη, να του στεγνώσω τα αίματα στα χνώτα μου.
«Το ξερω, σαφως και το γνωρίζω, μην απορείς. Είναι επικοινωνιακο τρικ για να μην δεις οτι και τα παπούτσια μου ειναι τρύπια»
Τότε εσκυψε το κεφαλι και έφυγε απορημένος. Με το ίδιο τρόπο που ήρθε. Ξυπολητος οπως ήταν γραπώθηκε με σβελτάδα απο εναν τοίχο, σκαρφάλωσε απο τα μπαλκόνια, κατόπι εξαφανίστηκε αστραπιαία στην ταράτσα. Οπως ενας κανονικος ποντικός που φευγει βιαστικά, έτσι εφυγε και αυτος.
Σαν ποντικός.