.

Monday, October 06, 2008

3ada+4










Σημαδευτηκα ξανά. Όμως απο τι; Απο αυτό το κλαδί ή απο αυτο το δασος; Απο αυτον τον κυνηγό ή απο αυτο το χωριό που βλεπω μπροστα μου;

Περπατουσα θυμάμαι. Μα πως; Κατι σχεδόν έκοψε το χερι μου στα δυο. Ηθελα να μεινω μονος και μετρουσα. Βιαζομουνα. Χτυπησα απο αυτο. Μαθηματικα ημουν βιαστικος. Ομως εγω απλα διαβαζα εναν μυθο και καπνιζα ενα τσιγαρο με ταχυτητα Β'. Το αιμα τρεχει απ'την πληγη μου και αυτος το προσεχει ευλαβικα. Λαθος χρονοι ή μεθυσμενη αναγραφη για την εποχη του κυνηγιου. Μια "ταμπέλα" με εφερε εδω, οπως λέμε "Ηρθα γιατι μου μύρισε η τούρτα". Δεν το λέμε αυτο; .. κακώς, να το αρχίσουμε. Σε λίγο φευγουν τα τριάντα. Αμφίβολα γραφω αυτα ενω πιο ευνοικα θα μ'ετρωγε η σκόνη. Ηταν αυτο. Δεν βιαστηκα οπως τρεχεις πανω σε μια ρόδα. Ειχα μια προαισθηση. Τριάντα φορες εδω, σε αυτο το δεντρο. Αραγε εγω και ενα αντικειμενο ειναι σωστο που εχουμε τα ιδια χιλιομετρα; Με καθυστερει αυτος ο συναγωνισμος. Ο χρονος της αδυναμιας μου οταν θελω να αναφερθω σε αυταπάτες. Κατι με φαγουρίζει και θαρρω πως ειναι αυτη η τρύπα. Ομως ο πονος ή ο θηρευτής κάνει; Αυτος το φερνει; Δεν με κοιταει στα ματια, δεν ρωταει τα ευνόητα, οπως "Πονας; Απο εδώ ακριβώς ρέει το αίμα" Φροντίζομαι. Σφραγκίζομαι. Ο ατιμος δεν ρωταει κι αν μεγαλωσα. Εγινα προχθες η ταχυτητα του φωτος. Μηπως μια σφαιρα ηταν αυτος ο ηχος που τρανταξε την καρδια μου; Δεν ρωταει αν ιδρωνω, ομως κραταει με αφοσίωση μια ομπρελα. Πραγματικα δεν γνωριζει τιποτα και τιποτα δεν τον απασχολει. Αυτος ο κροτος που μου εσφηξε τα δοντια; Μυριζω την υγρασια που μπλεκεται στις φυλωσιες του φθινοπώρου.. Μουσκεμα, μαλλον κι απο την φαντασία. Νιωθω αυτο το δαχτυλο αρκετα. Βρεγμενο αλλα απο που καταλήγει στον εγκέφαλο; Στην σταλα το βουτηξα ή στην συμφορά; Δεν μου χωραει σε μια λεκανη ή σε μια μπανιερα ή σε μια φράση. Τι απο αυτα που βιωνω αποφασιζει το δακρυ; Σε λιγο θα γινει νυχτα. Λεπτομέρειες.

Αιμοραγώ και κανεις δεν ενδιαφερεται γιατι δεν κανω παυσεις να ικετευσω. Αν ειμαι ζωντανος ειμαι βεβαιος, και οι αμφιβολίες που σταζουν απ΄την κομη μου, ευωδιαζουν εικόνες με λουλούδια. Τόσο! Ειμαι μακρυμάλλης μα οχι και πολυ εξυπνος για να σκάψω τον τάφο μου. Οχι ευτυχως. Τιποτα εκτος απο μια παραξενη επικοινωνια. Μου κραταει τον ρυθμο, εχει τους παλμους της ψυχης μου σαν να ειμαι ενα χνουδι. Μα φυσικα, αφου ειμαι σ' ενα δασος πεσμενος αναποδα! Θυμαμαι τον κροτο και τωρα αυτο. Μονος μεσα σε αυτο το δασος. Μηπως ειμαι ενα απο τα ζωα; Και αν ειμαι, γιατι δεν επικοινωνω με το υπολοιπο τμήμα; Δασος και οχι η διασωση. Μονος αιμοραγω, δεν ακουω ενα ελικοπτερο. Ισως να ειμαι πραγματι ενα ζωο και δεν μπορω να αναγνωρίσω την μορφή που εχει ενα ελικόπτερο. Ας ανοιξω τα αυτια μου. Σιωπη οπως στο νοσοκομειο της πολης. Η κριση, οπως η ανυπομονη βαβουρα στο δικαστηριο της πολης. Αναμονη για την αποφαση στην πόλη. Κρινομαι γιατι δεν παραδεχομαι το τελος. Οτι δεν αναγνωρίσεις δεν υπάρχει, ακουσα καπου. Δεν υπαρχει καμοια πολη που εχει το στομα που θελω. Πως να φανερωσω που εχω ενα τραυμα; Παραξενο που δεν ακουστηκε κι ενα τηλεφωνο να βοηθηθω. Να εξηγησω τι, εκτος απο το αυτονοητο; Ισως να παρω την βοηθεια του κοινού, μα κοινή ειναι και αυτη απο μόνη της. Εξάλλου; Να πω τι, σε καποιον που λαχταραει να ζησει; Θα αναζητησει αναπαρασταση. Θα πω εγω. Ειμαι απο κατω του. Με φτιαχνει μα του τρέχουν τα σάλια. Μηπως δεν βρισκομαι σε αυτην την χωρα;

Ενας, μεσα στο δασος, για καλη μου τυχη με φροντιζει που ειμαι ματωμενος. Δεν μιλάει την γλώσσα που ξέρω. Ειμαι κατω απο αυτον για οσο μπορω. Θα εχει και ενα σπιτι. Και ενα φαρμακειο μεσα σε μια φάρμα. Μηπως δεν βρίσκομαι σε αυτην την χωρα; λιγο λεω. Για οσο αντεξω, λιγο λεω. Δεν ακουει κανενας με λευκα ρουχα, εκτος απο αυτον. Σας ειπα το νεότερο; Εχω ουρα, που μολις παρατηρησα. Εχω κοφτερα δοντια που μολις διαπιστωσα. Εχω μαλακη σαρκα. Το ενιωσα και αυτος απο πανω. Ενα κομάτι του δάσους που δεν εχει κομπους. Μονο προσεχει την πληγη μου κι ας μην ειμαι το χιονι. Ο κυνηγος με μια λέξη. Ναι, συνεχισα να γράφω απο το ματωμενο χέρι. Ειμαι ενας πολικος αρκουδος. Δεν ειμαι το τρελο, ειμαι αγευστος. Χειμωνας για εμας τα ηλιοκαμενα ζωα που δεν οπλοφορουμε. Σιγουρα θα γιατρεφτω μετα απ΄την σιωπη του. Αυτος ομως δεν αναρωτιεται για τιποτα. Ουτε που καταλήγει αυτο το μονοπάτι αν το ακολουθήσει πισω απο εκεινον τον κισσό. Δεν κανει κατι απο αυτα που σε ανεβάζουν σε εναν φράχτη και μετά βαριέσαι να γυρίσεις. Στέκεται εδώ. Μηπως και ειναι η αιτια που αιμοραγω; Κατι απο το οπλο του να με συμπαθησε; Ακομη ξανασαινει ο καπνος στην καννη. Σιωπώ κι εγώ για να ξέρει. Πονώ, στα κρυφά που δεν ειναι ομιλητικος. Για φαντασου να πονεσω πιο πολυ αφου τον κανω φιλο μου. Αραγε αν μου μιλουσε θα ημουν συμπαθητικος; Θα κλαψω γιατι δεν γνωριζω την ωρα. Μηπως δεν ειμαι σαν εσας; Αυτη η χωρα ποια ειναι και εγω τι αγαπω;

Σημαδευτηκα ναι, και τωρα μου περασε. Ποια ειναι η σημασια ακομα και του ρυθμου στην αναπαράσταση; Έτρεχα ομως δεν ξέρω ποσο γρήγορα πόνεσα. Έτρεχα και χτύπησα. Κι αυτο νομίζετε πως βαστάει για χρονια;

1 Comments:

Blogger Andreas said...

Θαρρείς και το γραψες με μια ανάσα, και εγώ ο αδαής το διάβασα με μια ανάσα. Μην λησμονήσεις να κρατήσεις μερικές για την επιστροφη!

October 7, 2008 at 12:38 PM  

Post a Comment

<< Home