.

Wednesday, April 15, 2015

41 μισό


Γειτονιά 5 ορόφους ψηλά. Χτενίζομαι στον καθρέφτη του μπάνιου, περιφέρομαι στο μπαλκόνι μόνο γιατι βάφω τους τοίχους , τροχίζω την μούχλα και έχω την σκούπα μαζί με το φαράσι να μαζέψω τα υπολοίματα σοβά, προφανώς καθαρίζω και ομορφαίνω τον χωρο μου ή αν θέλω να τα σταματήσω όλα αυτα προσμένω ξανα απο ψηλά την βροχή. Έρχεται το καλοκαίρι όμως. Σκέφτομαι αν υπάρχει η γειτονιά που θα εγκαταλείψω, στο απέναντι κτήριο μια γυναίκα δεν θα βάφει ούτε βάφεται αλλα όλο τρίβει και μετά κάθεται σε ενα τραπέζι πλάι στο φως του καιριού. Έχει ήδη βραδιάσει διπλά γιατι εχώ κλείσει τις κουρτίνες. Μερικές φορές μαγειρευει, δεν κρύβει απο εμένα τις μυρωδιές της, ωστόσο ποτέ δεν με κάλεσε για φαγητό. Υπάρχουν μπαλκόνια ψηλά σαν τα δικά μου που κρεμιούνται οι βρωμιές στο ίδιο ύψος της πόλης και οι ψιθυροι φυλακίζονται στις γλάστρες. Μεταφέρονται τα κουτσομπολιά μέσα απο τα περιστέρια που έρχονται να ανταλλάξουν τα ψίχουλα με πληροφορίες στα μπαλκόνια μας.  Διπλασιαζονται οι φόβοι μας στον δρόμο οταν βρεθούμε κρυφά και φυλακίζονται σε σακούλες σκουπιδιών για να καταλήξουν συντροφικά στον ίδιο κάδο, της ίδιας γειτονιάς.