.

Saturday, October 25, 2008

fuck a local girl




Τελευταια θέλω να γραφω πολύ και ναι κάνω και αληθεια δεν έχω χρόνο να ανεβάζω την μιζέρια μου, ίσως ένα κομάτι τώρα μόνο σαν αυτο:

"Λυπάμαι τους ανθρώπους που η μοίρα θα τους φέρει κοντά στους ανθρώπους που με κάναν να λυπάμαι. "

και γράφω ομως, το θελω και να το ανεβάζω γιατι ξέρω πως με διαβάζετε και το βλέπω στα κλειδαρότρυπας και μην νομίζετε πως όχι, τόσα χρόνια στο ίντερνετ! αλλα εχει να πουμε ξερω'γω να πουμε και το τετοιο το ζωδιακό μου και κατι άλλα και να σας πω το καλυτερο ξανά που γυρισα απο εκει που εφυγα, ειναι το ιντερνετ. Ναι, το ίντερνετ! Το λατρευω και ας μην έχω μαισπεις και ας μην έχω φειςμπούκS και ας μην έχω ίντερνετ με υψηλές ταχύτητες. Αυτο είναι που με κρατάει εδώ, αυτο είναι που πάντα νοσταλγούσα αν έλειπα και ας μου στέλνει σπαμ ήμέιλς ο internet.com και η Αργεντίνικη μπάνκα να χώσω τα λεφτά μου.
Ο φραπές στο γραφείο και το σερφάρισμα και το ψείρισμα και η αναζήτηση.
Με απασχολει στα τελευταια αυτη η διαφημιση που βλεπω σε κάποια σάιτS που σερφάρω για να κλέψω όλα τα παράνομα, σαν αυτα που οι φασίστες της κυβέρνησης κλείσαν τα υπότιτλα και χειρότερα και μην χειρότερα σε αυτην την σκατόχωρα που δεν έχει ροή/πρόθεση/σκοπό/στόχο και λένε το εξης: (στο θέμα μας)

"FUCK A LOCAL GIRL. Find a girl, e-mail her, and fuck her tonight!"

χεχεεχε ρε που φτάσαμε!
μαλακία που την ψάχνω εκτός,
αφου μπορώ να γαμήσω λόκαλ!!!
εξ΄άλλου καθε φορά που γυρνάω απ' έξω το πρώτο που με ρωτάνε είναι:
"Γάμησες καμοία ξένη;"
αμα ζούσε η γιαγιά μου (και δεν έτρωγε τις πίτσες) θα έλεγε:
παπούτσι απο τον τόπο σου και ας είναι μπαλωμένο!
Α ρε γιαγιάκα, νωρίς μας άφησες... εκει που σου εξηγούσα τι ακριβώς είναι το ίντερνετ...
Θα βγάζαμε πολλά λεφτά!!! administrator θα σε'κανα!







Καμοιά απο Θεσσαλονίκη για πούτσο; *


* οι παλιές εξαιρούνται, συγνώμη ειναι πολλά τα λεφτά
** Ίσως σε κάνα μπάρ μεθυσμένος
*** Οι παλιές εξαιρούνται.

Sunday, October 19, 2008

Πριν 15 χρόνια.

Thursday, October 16, 2008

ά-tiλT-ο



Ο φιλος μου και εγω θελουμε να κυνηγάμε τα τρυγόνια. Θελουμε αυτα γιατι ειναι νοστιμα. Εγω ομως αληθινά δεν το πιστευω. Αυτος με το οπλο τα σημαδεβει για ώρες ( που εγω ουτε καν ξερω πως δουλευει το ντουφεκι και ουτε σκέφτομαι να κρατησω ενα οπλο στην διαθεση μου) και μολις ακουσω το πύρ (κλείνω τα αυτιά μου) τρεχω να μαζέψω την σορό και γαβγίζω και εχω ένα λουρι και εχω εναν σωστό χρονο, βουλωμένη μύτη αλλα δεν μπορω να ξεπερασω τον χρονο ή να βγάλω τρίχες. Θα φερω παντα το κυνήγι αφου αυτο πεσει κατω νεκρο και το καταδιώξω μεσα απο τα δεντρα και δεν εχω ουρα και δεν μπλεκεται στα κλαδιά και κάνω και ενα διάλειμα για διαφημίσεις μα οχι πολυ θόρυβο. Λαχανιαμένος μετά, είμαι θορυβώδης, για μόστρα. Καθε φορά, ετοιμάζω την διαδρομή μου σε σχέση με τον απόηχο που αφήνει ο πυροβολισμός. Παραπονιεται ο φιλος, λεει πως ειμαι βραδύς, συνεχεια διαμαρτύρεται ορθώνοντας ακομα και την κάνη προς το μέρος μου με την φωνή "Πως θα το βρεις αναμεσα σε τοσα δεντρα που αναγνωρίζω οτι εισαι υπερβολικά αφηρημενος και εσυ όχι;" μουρμουρίζει καθε τόσο και δείχνει βαθιά μέσα στο δάσος, αλήθεια είναι τοσο δυσκολο οσο εγω μπορώ οταν αυτος το επισημαίνει. Αναρωτιέμαι αν πρέπει να του αποδείξω το αντιθετο σε σχεση με τον χαρακτήρα μου ή αυτο έχει να κάνει με τον ρόλο μου στο κυνήγι ως συντροφιά καθ'αυτου. Λιγότερο θέλω την παρεα του απο καθε τι ψόφιο στον κόσμο, το κάνω για πλάκα, ομως φίλο τον θέλω για αυτα τα απογευματα. Δεν μπορω να συγχρονιστώ με την σκανδαλη ή με το δαχτυλο του οπως αυτος που κυκλώνει το όπλο, το κοιτάω με ζήλο σαν να είναι το δικό μου μα πρωτα πρεπει να πετυχει αυτος το πτηνό (που είμαι βέβαιος οτι θα το κάνει) και μετα εγω να το φερω πισω νεκρό και όχι εξαντλημένο, νεκρό. Ακομα και με αυτον τον τρόπο θα αγγίξω τις παλάμες του που μυρίζουν μπαρούτι, με γεμίζει χαρά. Αυτος ο φίλος μου ο κυνηγός είναι το κάτι άλλο. Πιστευω ως κανόνα τούτο όσο κανεις σας δεν ξέρει, του το λεω μερικες φορες δειλά να μοιραστούμε την επιτυχια, δεν νομιζω οτι το δεχεται, δεν χαίρεται οπως κι εγώ, κατι αλλο εχει στο μυαλο του για εμενα. Ομως τρέχω παρ' όλα αυτα που υποψιάζομαι τα παντα, αφου ακούσω τον κρότο και ειμαι γρηγορος όσο μπορώ και είμαι θολός οσο δεν γίνεται και να μην βλέπω τίποτα απο την βιασύνη μου. Φτάνω στον στόχο και επιστρέφω σαν να μην του ελειψα πότε και δεν έχω ουρά να την κουνήσω και δεν θέλω χάδια, στέκομαι ακίνητος όπως και το κλειδί στον καμπινέ. Αναβω ενα τσιγάρο και το στόμα μου αναστενάζει τα πούπουλα, κανω οτι ειμαι εξαντλημένος απο την αναζητηση και χαζευουμε το νεκρο πουλι που δεν ανοιγκοκλοινουν τα ματια του, που δεν ανοιγοκλεινει το στομα, που δεν πεταει, έχω στο στόμα μου μερικα απο τα φτερά του και το στόμα του, ειναι νεκρο και αυτο, μπορω ακομα και να το αλείψω με ασετόν ή να το βάλω στο iChat.

Στην αρχη πιαναμε αρκετα, αλλα τώρα όχι και δεν ξέρω το γιατί. Αυτος είναι υπευθυνος για τις δολοφονίες. Μια μέρα του δηλώνω το επακόλουθο, πως τον θελω για φιλο μου αλλα κουράστηκα και δεν επιθυμω να συμμετάσχω αλλο στο κυνηγι και συντομα, με τον καιρο θα αποσυρθω. Τωρα αυτος τσιγκουνευεται και τα φυσιγγια, καθε σφαίρα την μετράει για ωρες και θαρρω πως περισσότερο κοιτάει εμενα με καχυποψία παρα με αφωσίωση στον στόχο. Ένα πουλί πάνω σε ένα κλαδί, οπως και οφείλει για λίγο ας πέσει, θα ήταν φρόνιμο. Μα όχι αυτο και με σημαδευει, αν με πετύχει τι θα αλλάξει απο την όραση του; Το ιδιο φτωχοι ειμαστε και δεν ειμαι για χορταση, εχω ρέψει γιατι δεν μου αρεσει να γευομαι αυτου του ειδους το χόμπι καθημερινά. Μήπως αυτο τον πειράζει, που αποχωρώ αδιαφορος απ'το κυνηγι; Οπως και δεν θελω να τα σημαδεύω στον αερα, το ξεκαθαρισα εξ'αρχης. Αφου τα μαδούσαμε δεν εμενε τιποτα. Πραγματικα μετα και απο τις φτερουγες υπήρχε μονάχα ο σκελετος. Τιποτα σαρκικο, μα ο φιλος εβαζε καλό κρασι και μου ελεγε να πιω, ψηλομύτης κυνηγος ο φιλος μου και ηθελε να ειναι οικοδεσπότης. Κατι μελισσοπούλια πιαναμε και αυτα στο τελος του φραπέ αφου σουρούπωνε. Μα κανεις αλλος δεν το ήξερε γιατι ήμασταν μοναχά εμεις οι δύο και ο λόφος. Η γυναίκα του, την συναντουσα καθε μετα το κυνηγι, στο σπιτικό τους, ντυμένος στα καλά δεν έβλεπα την ώρα να φύγω. Ψωροπερήφανη και αυτή μύριζε αλλαζωνία. Νόστιμα τα τηγάνισες και καλο σου βράδυ, αυτα τα λουλούδια θα είναι για εσένα. Μόνο αυτο της φανέρωνα άσχετα αν εβλεπα τα μάτια της πως πετούσαν τα νοούμενα. Υπο τα μάτια της κυράς του εγώ ήμουν ο ικανός κυνηγός γιατι με χαρακτήριζε η αποτυχία. Το ήξερε και αυτο την γοήτευε. Ακόμα αναρωτιέμαι αν του είπα κλείνοντας την πόρτα"Φίλε μου, καλό σου βράδυ". Δυσκολο το πουλι να το πετυχεις οταν δεν ειναι ακινητο.
Δεν τα πιάσαμε ποτέ στον αερα αυτα τα τρυγόνια. Εγώ προσπάθησα. Ούτε καν με το δάχτυλο σε ένα κλαδι δεν γίνεται. Οπως και η μύγα στο πληκτρολόγιο. Μια φορα εγω πηγα να κανω ενα σάλτο αλλα ο φιλος με αποθάρρυνε λεγωντας: "Σταματα δεν μπορεις να πεταξεις, σου είπα τον ρόλο σου!" Συμφώνησα αλλα κοίτα να δεις που είμαι αφηρημένος. Και μετά έρχεται ο Νοέμβρης και το 2009. Ότι πρέπει για κυνήγι.

Monday, October 06, 2008

3ada+4










Σημαδευτηκα ξανά. Όμως απο τι; Απο αυτό το κλαδί ή απο αυτο το δασος; Απο αυτον τον κυνηγό ή απο αυτο το χωριό που βλεπω μπροστα μου;

Περπατουσα θυμάμαι. Μα πως; Κατι σχεδόν έκοψε το χερι μου στα δυο. Ηθελα να μεινω μονος και μετρουσα. Βιαζομουνα. Χτυπησα απο αυτο. Μαθηματικα ημουν βιαστικος. Ομως εγω απλα διαβαζα εναν μυθο και καπνιζα ενα τσιγαρο με ταχυτητα Β'. Το αιμα τρεχει απ'την πληγη μου και αυτος το προσεχει ευλαβικα. Λαθος χρονοι ή μεθυσμενη αναγραφη για την εποχη του κυνηγιου. Μια "ταμπέλα" με εφερε εδω, οπως λέμε "Ηρθα γιατι μου μύρισε η τούρτα". Δεν το λέμε αυτο; .. κακώς, να το αρχίσουμε. Σε λίγο φευγουν τα τριάντα. Αμφίβολα γραφω αυτα ενω πιο ευνοικα θα μ'ετρωγε η σκόνη. Ηταν αυτο. Δεν βιαστηκα οπως τρεχεις πανω σε μια ρόδα. Ειχα μια προαισθηση. Τριάντα φορες εδω, σε αυτο το δεντρο. Αραγε εγω και ενα αντικειμενο ειναι σωστο που εχουμε τα ιδια χιλιομετρα; Με καθυστερει αυτος ο συναγωνισμος. Ο χρονος της αδυναμιας μου οταν θελω να αναφερθω σε αυταπάτες. Κατι με φαγουρίζει και θαρρω πως ειναι αυτη η τρύπα. Ομως ο πονος ή ο θηρευτής κάνει; Αυτος το φερνει; Δεν με κοιταει στα ματια, δεν ρωταει τα ευνόητα, οπως "Πονας; Απο εδώ ακριβώς ρέει το αίμα" Φροντίζομαι. Σφραγκίζομαι. Ο ατιμος δεν ρωταει κι αν μεγαλωσα. Εγινα προχθες η ταχυτητα του φωτος. Μηπως μια σφαιρα ηταν αυτος ο ηχος που τρανταξε την καρδια μου; Δεν ρωταει αν ιδρωνω, ομως κραταει με αφοσίωση μια ομπρελα. Πραγματικα δεν γνωριζει τιποτα και τιποτα δεν τον απασχολει. Αυτος ο κροτος που μου εσφηξε τα δοντια; Μυριζω την υγρασια που μπλεκεται στις φυλωσιες του φθινοπώρου.. Μουσκεμα, μαλλον κι απο την φαντασία. Νιωθω αυτο το δαχτυλο αρκετα. Βρεγμενο αλλα απο που καταλήγει στον εγκέφαλο; Στην σταλα το βουτηξα ή στην συμφορά; Δεν μου χωραει σε μια λεκανη ή σε μια μπανιερα ή σε μια φράση. Τι απο αυτα που βιωνω αποφασιζει το δακρυ; Σε λιγο θα γινει νυχτα. Λεπτομέρειες.

Αιμοραγώ και κανεις δεν ενδιαφερεται γιατι δεν κανω παυσεις να ικετευσω. Αν ειμαι ζωντανος ειμαι βεβαιος, και οι αμφιβολίες που σταζουν απ΄την κομη μου, ευωδιαζουν εικόνες με λουλούδια. Τόσο! Ειμαι μακρυμάλλης μα οχι και πολυ εξυπνος για να σκάψω τον τάφο μου. Οχι ευτυχως. Τιποτα εκτος απο μια παραξενη επικοινωνια. Μου κραταει τον ρυθμο, εχει τους παλμους της ψυχης μου σαν να ειμαι ενα χνουδι. Μα φυσικα, αφου ειμαι σ' ενα δασος πεσμενος αναποδα! Θυμαμαι τον κροτο και τωρα αυτο. Μονος μεσα σε αυτο το δασος. Μηπως ειμαι ενα απο τα ζωα; Και αν ειμαι, γιατι δεν επικοινωνω με το υπολοιπο τμήμα; Δασος και οχι η διασωση. Μονος αιμοραγω, δεν ακουω ενα ελικοπτερο. Ισως να ειμαι πραγματι ενα ζωο και δεν μπορω να αναγνωρίσω την μορφή που εχει ενα ελικόπτερο. Ας ανοιξω τα αυτια μου. Σιωπη οπως στο νοσοκομειο της πολης. Η κριση, οπως η ανυπομονη βαβουρα στο δικαστηριο της πολης. Αναμονη για την αποφαση στην πόλη. Κρινομαι γιατι δεν παραδεχομαι το τελος. Οτι δεν αναγνωρίσεις δεν υπάρχει, ακουσα καπου. Δεν υπαρχει καμοια πολη που εχει το στομα που θελω. Πως να φανερωσω που εχω ενα τραυμα; Παραξενο που δεν ακουστηκε κι ενα τηλεφωνο να βοηθηθω. Να εξηγησω τι, εκτος απο το αυτονοητο; Ισως να παρω την βοηθεια του κοινού, μα κοινή ειναι και αυτη απο μόνη της. Εξάλλου; Να πω τι, σε καποιον που λαχταραει να ζησει; Θα αναζητησει αναπαρασταση. Θα πω εγω. Ειμαι απο κατω του. Με φτιαχνει μα του τρέχουν τα σάλια. Μηπως δεν βρισκομαι σε αυτην την χωρα;

Ενας, μεσα στο δασος, για καλη μου τυχη με φροντιζει που ειμαι ματωμενος. Δεν μιλάει την γλώσσα που ξέρω. Ειμαι κατω απο αυτον για οσο μπορω. Θα εχει και ενα σπιτι. Και ενα φαρμακειο μεσα σε μια φάρμα. Μηπως δεν βρίσκομαι σε αυτην την χωρα; λιγο λεω. Για οσο αντεξω, λιγο λεω. Δεν ακουει κανενας με λευκα ρουχα, εκτος απο αυτον. Σας ειπα το νεότερο; Εχω ουρα, που μολις παρατηρησα. Εχω κοφτερα δοντια που μολις διαπιστωσα. Εχω μαλακη σαρκα. Το ενιωσα και αυτος απο πανω. Ενα κομάτι του δάσους που δεν εχει κομπους. Μονο προσεχει την πληγη μου κι ας μην ειμαι το χιονι. Ο κυνηγος με μια λέξη. Ναι, συνεχισα να γράφω απο το ματωμενο χέρι. Ειμαι ενας πολικος αρκουδος. Δεν ειμαι το τρελο, ειμαι αγευστος. Χειμωνας για εμας τα ηλιοκαμενα ζωα που δεν οπλοφορουμε. Σιγουρα θα γιατρεφτω μετα απ΄την σιωπη του. Αυτος ομως δεν αναρωτιεται για τιποτα. Ουτε που καταλήγει αυτο το μονοπάτι αν το ακολουθήσει πισω απο εκεινον τον κισσό. Δεν κανει κατι απο αυτα που σε ανεβάζουν σε εναν φράχτη και μετά βαριέσαι να γυρίσεις. Στέκεται εδώ. Μηπως και ειναι η αιτια που αιμοραγω; Κατι απο το οπλο του να με συμπαθησε; Ακομη ξανασαινει ο καπνος στην καννη. Σιωπώ κι εγώ για να ξέρει. Πονώ, στα κρυφά που δεν ειναι ομιλητικος. Για φαντασου να πονεσω πιο πολυ αφου τον κανω φιλο μου. Αραγε αν μου μιλουσε θα ημουν συμπαθητικος; Θα κλαψω γιατι δεν γνωριζω την ωρα. Μηπως δεν ειμαι σαν εσας; Αυτη η χωρα ποια ειναι και εγω τι αγαπω;

Σημαδευτηκα ναι, και τωρα μου περασε. Ποια ειναι η σημασια ακομα και του ρυθμου στην αναπαράσταση; Έτρεχα ομως δεν ξέρω ποσο γρήγορα πόνεσα. Έτρεχα και χτύπησα. Κι αυτο νομίζετε πως βαστάει για χρονια;