.

Friday, March 14, 2008

12:21

Ζω στο περι-θωριο μα παντα ως πειραμα-τιστης.
Καποιος -κεντρικος με -οραμα -ακολουθει παρα-.
Κληση εκτελει προσ- το μερος μου καθως εγω- τοζώο σκούζω.
ουρλιαχτά φωνές του εις αναμονη τρεχω απο-.

Περιμενε ανθρωπε αν- δεν πλήττεις.
-υπο συνθηκες ανθρωπε -μονε.
Ανθρωπε!
Δειγμα και εγω οπως εσυ, μονος εγω, εσυ δεν βλεπεις;
Δεν θα -φυγω την βια-συνη σου να προ-λάβω.
Φιλο καλο θα σ'έχω ,οχθρος εισαι δεν -ετοιμάζω.
αν-Α-γνωρίζω ωσ-τόσο μαζι τα δυο εις το μυαλο μου.
Κατα-σκευαζω τον δρομο μονα-ΧΑ!.
Στις ακρες -που τα τοποθετω και οχι με αλλους.
Γέλα εσυ ,γέλα.
Ειναι τοσο ,εχεις δίκιο που στο λεω.
Τωρα δεν φωναζει, αν γελαει ίσως λίγο και τρέχει.

-ρέει απ'τα βημα-τα πανικος, βι-αστικος κι αυτο μπορω να δηλωσ-Ω!.
Με σιγουριά θα ερωτησω γιατι -όλα.
μι-λα ρε σόλ!
Μαλλον η μοναξιά ,οχι ξέχωρα μου τραγουδα- ει-.
Αν τρέξω -ναι ,απλά και αυτος θα παρα-τείνεί.
πατημα-τα στο σκο- τεινο(ω!) και εγώ σαν εκεί-νο.
Πώ(ο) θα με φτάσει οσο πάει, το χει βάλει ,όχι εσας.
Ένα λάθος κάνω κι έτσι τώρα.
Καιρός που αδεια-ζω για συν-ήθεια τα βήμα-τα.
Πετώ ξοπίσω μου τους σ-πόρους
οσο μπορώ, οσο μπορώ καθώ-ς.

-αγωνιστης την μέρα και κοιμά-μαι όρθιος ή εργάτης.
Το ίδιο κάτι -πίνει ουσίες μαζί με το τρεξιμό.
Κατά διαστημα-τα χρησιμο-ποιεί αν κάποιο ό-φελος;.
Σίγουρα αυτος θα είναι πιο-μένος απ΄τον υπο-φαινόμενο.
Στα-μάτ(ι)α ανθρωπε, ηρε-μησε να με χτυπάς κάτω,
τι σου ε-φταιξα;
Και μισός κάτι άλλο αφου είσαι, δεν με πειράζει
εμένα αρκεί -να χάδι.
Συν- ηθισμένος στις λύπες ,εθισμένος στα φαρ-μάκια χρειαζομαι.

Φιλιά απο μακρυά ήθελα να πω εξ-αρχής
συγ-χώρα το λάθος.
Είναι ο λόγος πολύ πρίν απο την δια-θεση.
Εκει που ζώ δεν είμαστε οι νόμοι.
Που -γνώση να στα λέω .
Τώρα όμως ικανο/ποιημένος και επι- αυτήν.
Λάθος μεν, αλλα σωστή γυναίκα.

Monday, March 10, 2008

75

Πιο κοντά. Απο πάνω είσαι αριστερα. Απο κάτω ειμαι αριστερά. Ψηλαφιζω αυτο ,ξερω οτι δεν γινεται να δω. Αραγε θα ειμαι, θαρρω πως ναι. Αδιακοπες διακοπες. Ισως ενα μουνι, ισως ενα βυζι αριστερό. Απο πάνω ενα δεξί στο ιδιο μεγεθος. Ισως ενα στομα αλλο που ψαχνει οτι χάθηκε. Κατι ευγενικο στην οσμη της ταραχής υπάρχει. Εξερευνω αυτο, ξερω οτι δεν γινεται να δω. Ισως το ακουω. Ισως το ακουμπω. Ισως με εξαπατει η αγανακτηση.
Αδυναμος ανθρωπος ξεγελάει τον δυνατο. Στο σκοτάδι διαπιστώνεις πιο γρήγορα. Κοιτα μπροστα ακομα και οταν δεν οδηγεις. Στο σκοτάδι οταν δεν οδηγείς, ισως καπνιζεις μετά. Καποιος αλλος το κανει για εσενα, αν εσενα σου αρέσει να ντύνεσαι. Ξερω οτι ξερεις μεσα στο μυαλο σου. Συνοδηγος εσυ οπως τιποτα που να ειναι παραδοξο. Στον δρομο ,ο δρομος θα πω πως ειναι ο ιδιος. Στην πορεία το ίδιο. Θα πω πως ειναι πάντα αδειος. Μονο αυτο θα πω και οχι κατι αλλο. Αδειος σαν τις λακουβες που δεν γεμιζουν παντα.
Ισως λιγο η βροχη. Ισως περισσοτερο τα μυτερα παπουτσια, οι ψηλοτακουνες γοβες. Καποιος θα σκεφτει κατι και γι'αυτο. Θα το πει, θα το πει. Υπαρχουν αυτοι που σκεφτομαι, αυτο το ομολογώ. Καθε μερα που ξυπνω υπάρχουν. Αραγε θα ειναι, θαρρω πως ναι. Ειναι, ηρθε η στιγμη να δω. Ειναι , ηρθε η στιγμη θα πω. Ηρθα, δες πως ηρθα. Ποιος εισαι εσυ και εισαι ετσι σκονισμενος; Η σκουπα φιλιπς ρουφαει την σκονη. Απο μακρυα.

Monday, March 03, 2008

74









Ειμαι ενας δυστηχισμένος ψαρας μα κάποτε υπήρξα επιφανής . Συνηθισμένος πλέον απ'την κακοτυχία μου,περνω ολη την μέρα στο νησί αγναντευωντας την θαλασσα. Mε ενα καλάμι αναζητώ την τροφη μου απανω σ' εναν βράχο. Για δολωμα εχω μερικα ζωντανά σκουλικια που σκαβω καθε πρωι με τα νυχια, βαθιά απ'την αμμο να ξεθαψω. Η μπετονια μου χοντρη και στιβαρή, επιδέξια χορευει στο καλάμι. Το μακρος της συμφωνο με αυτο του διπλανού ψαρά, σωστες ολες οι αναλογιες, όπως πρέπει και το ζύγισμα. Μα αυτος παντα φευγει πρωτος απο εμένα και με τον κουβα του απο ψάρια γεμάτο! Ο δικός μου κουβάς καθημερινά φτωχός παραμένει και φανερά ελαφρύς. Σαν παιρνω τον δρομο της επιστροφής ,περισοτερο κενό τον αισθάνομαι απο το πρωι που ξεκίνησα. Απελπισμένα τον τραβανε ξοπίσω μου οι πατούσες. Πονεμένα τα βηματα, αυτα της υποχώρησης. Σπαρταράνε μέσα τα δολωματα, λιγοτερο βαρυς και απ'τα 21 γραμμαρια της ψυχης. Ασφυκτιά κρεμασμένος απ'το νώμο μου καθως αποσύρομαι αθόρυβα απ'το λιμάνι. Ντροπιασμένος τραβώ οπως και να΄χει το άγονο μονοπάτι του γυρισμού προς το σπίτι. Θα μπορούσα να περάσω απ'τον πολυσύχναστο δρομο τον πλακόστροτο, αυτον που δεν σκονίζει τις μπότες μου, μα ειλικρινά ντρέπομαι. Μην με δεί ο αλλος ψαράς και ξεσπάσει σε γέλια. Μα γιατί να είμαι τοσο ατυχος; αναρωτιέμαι μεσ΄την συμφορά μου. Τα ιδια συνεργα εχω και εγω με αυτον, μονο ειμαι πιο αδυνατος στα κυβικά και σιγουρα πιο ασχημος. Η όψη μου αποκρουστική, το βλέμα μου βασανισμένο ειναι το παραδέχομαι, στα μάτια μου φωλιάζει η λύπη, αλλα δεν ζητησα συμπόνια απ'τα ψαρια! Το στόμα μου εγκαταλειμμένο το αισθάνομαι, λιποτακτήσαν απο καιρού οι λέξεις το γνωρίζω οπως και εσείς, σπανια χαμογελώ υπευθυνα, μα λετε ολα αυτα να παιζουν καποιον ρόλο; Ο κουβάς μου σαν κάνω να τον ανυψώσω αν είναι ασηκωτος είναι απ'το φορτίο της ντροπής και μόνο. Απ'την μεθοδική αναγνώριση της ηττας. Τον κοιτάω τον αλλο τον ψαρα με πονηρές κλεφτές ματιές, με τι ανεση απλωνει το καλάμι του στην θαλασσα κι ασφυκτιώ. Λες και εχει κάνει συμφωνία με τα ψαρια. Θαρρεις πως μιλάει μεσ΄την καρδιά τους ο άτιμος! Και λιγο πριν προλάβει να τελειωσει μια σελιδα απ' το βιβλιο του, το παρατάει βαναυσα καθως ξερει οτι τσιμπησε άλλο ενα μεγαλοσωμο ψαρι! Τόσο μεγάλο σας λέω που η ουρά του ξεχωρίζει, έτσι με οίστρο που κλοτσάει τον κουβά. Πότε τον ταλαντευει και πότε δίνει σφαλιάρες στον βράχο θελωντας καταφυγη ξανα προς την θαλασσα. Τόσο μεγάλο ψάρι είναι το δικό του που δεν το βαστάει ουτε ο κουβάς και εγώ τίποτα. Ουτε καν ένας φουκαράς αστερίας να μπλεχτεί στο αγκίστρι μου. Ακομα και το καλαμι να σας πω τώρα, ο ίδιος πωλητης μας το προμηθευσε, το παραδέχομαι. Ομοιο είναι με το δικο μου ρητά, ειμαι σίγουρος. Ως προς την κατασκευη του, το βάρος μα ακομα και το χρωμα του. Γαλάζιο μας το πλάσαρε με σχέδιο να μαλακώνει την θαλασσα. Αυτο θα σας δώσω είπε και το κανε, αυτο που είναι το μαγικό για τα ψάρια, εγώ πίστεψα. Μα τίποτα... τίποτα απολύτως. Τι να φοβίζει τα ψάρια και δεν τσιμπάνε απο εμένα; Μήπως η γερικη μου όψη; Μήπως οτι ειμαι λιγομιλητος, συναμα και πολυ κλειστός στον εαυτό μου;

Ειμαι ενας ψαράς καλοψυχος μα ουδε ποτε κανεις δεν αναγνώρισε αυτην την καλοσυνη μου. Δεν μου χρειαστηκε εντουτοις ποτέ. Σιγουρα οχι σε τουτη την ζωη που στέκομαι μονος στον βράχο, ποσο μαλλον μπερδεμένα θα είναι ολα κατω απ'τον βυθό, συλλογίζομαι. Δεν βρίσκω παρηγοριά σε καμοία απο τις σκέψεις μου, στιγμές υπαρχουν που σκέπτομαι και τον πνυγμό. Πως να με καταλάβουν τα ψάρια ,οταν κανενας ανθρωπος ποτε με θέληση δεν το κανε; Μονόδρομος όλα στις μέρες που περνάν. Ομως ειμαι αληθινά καλος και ας μην μπορω να σας το αποδείξω. Εσεις ολοι οι καινούριοι απο το μέλλον. Να σας κάνω το τραπέζι με φρέσκα θαλασσινά, μυρωδιές που θα τραβούσαν ακομα και απροσκληπτους ταξιδευτές απο μέρη μακρινά. Να σταθουν εξω απ'την πόρτα ακομα και οι φίλοι σας, μυρίζοντας μέχρι και το σανταλόξυλο στην πόρτα μου με την δικαιολογία πως χασανε τον δρόμο. Αρκεί μονο να ρθειτε συντροφιά μου ενα πρωι εδω στον βράχο ,θα διαπιστώσετε πως κάτι τρομερο συμβαίνει και δεν μπορω να πιάσω ουτε ενα ψάρι! Ελάτε να μου δώστε μια εξηγηση που σας παρακαλώ, σαν με κοιτάξτε έστω και με αντιπάθεια στα μάτια, πείτε μου εσείς τι καταλάβατε. Γιατι εγω δεν ξέρω τίποτα περα απ'ολα αυτα. Ειλικρινά σας λέω δεν μπορώ να καταλάβω. Περνάν απλα οι μέρες έτσι στο νησί, τίποτα απο αυτα που επιθυμώ δεν λαμβάνω. Εχω υπομονη αν σας εχω κανει να αμφιβάλεται που σε καμοια περιπτωση δεν θέλω, μα για ποσο ακομα; Πεινάω τρομερά μα και αυτο το ξεπερνάω, ειμαι πεισματάρης. Δυο τρια ψαράκια λαχταρώ απλα να μην αισθάνεται αδειος ο κουβάς μου. Ειμαι τοσο αγαθος που οταν σουρουπωσει και επιστρέψω, μου αρκει ο λογισμός οτι μπορω να ξαναέρθω και αυριο. Να ξαναπροσπαθήσω και ίσως κατι μεταβάλει την κακοτυχία μου. Αγαπώ την θαλασσα περισοτερο απο εμένα ,την ζωή μου της την χαρίζω διχως ανταλαγμα. Δεν νοιάζομαι πιότερο για εμένα, αυτα τα μελτέμια που στοιχειώνουν το νησι τα περνάω για πλάκα συντροφιά με την θαλασσα. Αντιθέτως είναι οι στιγμές που διαπιστώνω οτι δεν έχω το θάρρος να πιάσω εστω και την πιο μικροσκοπικη μαριδα. Αφου τοσο ευαισθητος ειμαι λοιπον, παυω και ας διαφωνεί αυτη η κοιλιά που έχω ,ετσι που ξεχωρίζει δειλά μεσα απ'τα κοκκαλα. Πεινάω πιστέψτε με μόνο αυτο, δεν μου εχει απομεινει αρκετή δυναμη για αλλες σκέψεις. Λίγο πριν ο ήλιος βυθιστεί στην θάλασσα αρχίζω να περπατώ όσο είναι ακομα μέρα για να επιστρέψω στο φτωχικό μου. Ξαναθαβω τα ίδια σκουλίκια που είχα για δωλομα ,θαρρω οτι τα εχω βαφτίσει πλεον ,με γνωρίζουν αν τα φωνάξω με ονοματα. Στο ιδιο μερος ,απο τον ιδιο λακο την επομένη ν' αναζητησω. Ξέρωντας οτι η θεληση δημιουργει ζωη, προσταζει την δραση ,συνεπως το πρωι θα βρω και περισοτερα. Αυριο θα ειναι η τυχερη μου μερα, ελπίζω. Αποκοιμιεμαι με αυτην την αγια σκεψη για να πιασω το πρωτο μου ψάρι. Την χαραυγη ντυνομαι βιαστικά μην με προλάβει ο τυχερος ψαράς, αν και πάντα αυτος ερχεται αργοπορημένος. Μηπως και αιφνιδιάσω τα ψάρια στον ύπνο, πρώτος να βρεθω στον βράχο μου τρέχω. Καθε πρωι λιγο πριν τις επτά στο λιμάνι με τον κουβά που ζηγήζει μονο οσο και τα δολωματα. Λιγοτερο απο τις τρυπιες τσέπες μου. Λιγοτερο και απο τα 21 γραμμαρια που ζυγιζει λενε κάποιοι η ψυχή μου.

Ειμαι ενας ψαράς πολύ γέρος και μοναχικός σε ενα νησι που δεν γινεται. Με μισώ στιγμές, μα ειναι ακομα νωρίς για να το κάμω αυτο. Γέρος ναι μα θέλω να ζήσω, εστω αν αμοιβάδα. Το ονομα μου θα είναι τοσο μεγάλο οσο και τα χρόνια αν λογαριάσω πως τα πέρασα μόνος. Δεν είμαι ξακουστος ,αν αυτο σας εδωσα να καταλάβατε. Θαρρω πως δεν με ξέρει κανεις εδω σε αυτον τον τόπο. Δεν έχω για φίλο κάποιον, παραμονο την μοναξιά μου και αυτο ισως να οφειλετε στο οτι ειμαι χωρις αμφιβολία αποτυχημενος. Μα και την εμφανιση μου δεν την φροντίζω μηπως ετσι ξελογιάσω εναν επισκέπτη που αρκείται στις ομορφιές τις καθημερινές. Τα μαλλια μου βρωμικα και απεριποιητα, τα εχω δωρίσει στο έλεος του χρόνου. Ειμαι χωρις δευτερην σκεψη ενας ανθρωπος που δεν θα θέλατε να συναντήσετε. Αναμφίβολα αυτος που αντικρίζεις και δεν θα αλλαξεις μαζι του έστω μια κουβέντα. Δεν θα του πεις αν είσαι τουρίστας "Καλημέρα θαλασσολυκε, ποσα μποφόρ θα ελεγες οτι εχει σημερα η θαλασσα; Φαινεται φουρτουνιασμένη ε;". Δεν εχω απάντηση.

Τα ψάρια δεν καταφερα ποτε να τα ξελογιάσω, δεν πιστεψαν ουτε αυτα πως ο κουβάς μου ψαρίλα μυρίζει και θα'ταν φρονιμο να κάνουν ενα σάλτο. Το καλαμι μου διαμαρτυρεται απο την ακαμψία. Θα ηθελα να μόνο. Στον βράχο. Να νιωσω τον σφιγμό της ζωής πως λικνίζει την μπετονιά, γίνεται ένα με τον δικό μου μεσα απο τις φλέβες. Εστω μια συγχρονη γοργόνα να βγάλω απο αυτες που πεφτουν σε καταθλιψη. Στον βράχο μα. Με τις γυναίκες ποτε δεν τα πηγαινα ιδιαιτερα καλα και με αυτες. Ειμαι ενας ψαρας φτωχος γερος θλίμενος μόνος μα τίμιος επιμενω να σας λέω. Με τις οικονομιες μου απεκτησα αυτα τα συνεργα. Ομως μου ειναι πλεον ολα αχρηστα, αν θελετε να ξερετε μπορω να σας το πω τώρα μηπως και με καταλαβετε. Δεν εχω τιποτα ευλογο στο να τα κρατάω. Και περισοτερο απ'ολα, αυτο το κοφτερό μαχέρι που αγορασα ταχα να καθαρίζω τα εντοσθια απ΄τα ψαρια. Θυμαμαι οτι λογάριαζα να πάρω και δευτερο, μηπως τοσο μεγαλη ηταν η επιτυχια μου και καποιο θηλυκο ζηγωσει απο τις μυρωδιές. Αχ ένα κορίτσι να είχα! Απο μακρυα οπως με πλησιασει να σκυψει με κατανόηση πανω απ'τον κουβα και να βοηθησει με χάρη στο καθαρισμα. Πάντα σκεφτόμουν ενα κορίτσι οταν με σκεφτόμουν ψαρά. Σε εναν πινακα ζωγραφισμένο με κομένα τα χέρια. Το καλάμι ειμαι ετοιμος τουτη την στιγμη και ας ξερω πως ειναι της απελπισίας, να το στειλω στον αγύριστο. Ευχομενος ποτε μου να μην το ξαναδω, αυτο και εκεινον τον παλιανθρωπο που μου το πουλησε. Ο απατεώνας φρόντισε καλα για εμενα πως να γίνω κακοτυχος! Ομως αυτο το μαχέρι; Ειναι στην ιδια κατασταση, απλα δεν στέκει οπως τοτε στην βιτρίνα. Φαντάζομαι οτι θα υπάρχει και η τιμή του κολημενη στην λεπίδα. Θα μπορουσα με αυτα τα λεφτά να εξαγοράσω την ελευθερία μου, αν θέλετε να ξέρετε και εγω να σας πω το δευτερο και πιο σημαντικο. Ομως παρ'ολα αυτα προτίμησα να το έχω συντροφιά με τα σχισμένα ρούχα μου. Τις τρύπιες μποτες μου που μπαζουν νερό. Ποτε δεν βρεθηκε λογος να το ξεκουμπώσω απο την δερματινη θηκη, εστω να σιγουρευτώ οτι ειναι ακομα το ιδιο κοφτερό οπως οφείλει. Χαραζωντας το δάχτυλο μηπως και ενας καρχαρίας με πλησιάσει απ'τα αιματα. Να το σηκώσω ψηλά οπως θα είναι ακομα πρωι, καμαρωτά να σας πω ποσο περηφανα με αντιγράφει. Πρωι πολυ πρωι και το πρωτο μου ψάρι, κοιτάξτε με όλοι θα αναφωνήσω! Το πρώτο μου ψάρι και είναι τόσο μεγάλο που χρειάζομαι την βοηθεια σας. Τότε σιγουρα θα με ζήλεβε και ο διπλανός ψαράς, τοσο πολυ που σχεδον θα με ηθελε για φίλο του. Ίσως να με προσκαλούσε να γνωρίσω την οικογένεια του, να φάμε ολοι μαζί. Περηφανος που θα ηταν για εμενα θα πρόσεχε να πει: "Γυναικα φέρε το καλυτερο κρασι. Αυτος ειναι ο ενδοξος ψαράς που σου έλεγα ,τα καταφέρνει το ίδιο καλά με εμένα και ίσως πολυ καλύτερα πρεπει να ομολογήσω" Ομώς τίποτα απο αυτα δεν συμβαίνει πραγματικά. Προφανώς ειναι Δευτέρα 3 Μαρτίου του 2008 και υπάρχει το ιντερνετ. Είναι πρωι και η αληθεια ειναι οτι απλα ειναι Κυριακή ξημερώματα Δευτέρας. Και γι'αυτο τοσο μισώ αυτο το μαχέρι στην θήκη που σαπίζει, περισοτερο απο τον κουβά ,την μπετονιά και το καλαμι. Καθρεφτίζει στην λεπίδα την αποτυχία μου.

Αυτη η αποτυχία οσο περνάν τα χρόνια με γεμίζει με θυμό. Αρχίζω να μισώ τα παντα, δεν με αναγνωρίζω, θέλω εσεις τώρα να ξέρετε. Ακόμα και την θάλασσα που σας είπα οτι αγαπώ, την μισώ έτσι απλά. Την ιδεα οτι εγινα ψαρας και δεν χάθηκα στα δάση να κυνηγάω πεταλούδες, λόγου χάρη. Ειδικα ειναι εκεινα τα απογευματα της αποτυχιας, που σκεφτομαι να παρω απο πισω τον αλλο τον ψαρα, παραλογίζομαι. Με την μεγαλη την κοιλια και τον φουσκωμενο κουβά να δω που εξαφανίζεται. Ελαφρυς εγω αφου δεν καταφερα να πιασω τιποτα δεν θα τον χάσω απο τα μάτια μου. Και ας με χτυπάει η πεινα στο κεφάλι. Χορτάτος αυτος δεν θα μπορεί να τρέξει μακρυα μου. Τον φαντάζομαι να βαδιζει αγάλια προς την κατοικία του που θα τον περιμενει στην φωτιά ενα πελώριο τηγανι. Δεν θα'ναι μακρια απο εδω το σπίτι του θαρρώ. Ισως μετά το αλσάκι ,πίσω απ'την ταβέρνα, εκει που μαζευονται ολοι οι διάσημοι ψαράδες. Συζητάνε μεχρι πρωιας για τα κατορθωματα τους, ιστορίες της θαλασσας που εγώ ποτε δεν είχα τιποτα να πω. Ναι, σιγουρα καπου εκει θα μένει και αυτος, ξέρω τον δρόμο. Μια παχουλή γυναίκα σαν την χάρη του θα ανοίξει την πόρτα τονίζοντας με δέος: "Πως πήγε η ψαριά άντρα μου; Φαντάζομαι θα εχει πολλα ψάρια ο κουβάς σου, ετσι περηφανα που τον κουνάς". Με την γνωση της επιτυχιας αυτος, δεν θα βιαζεται καθολου να φτασει και να τα αντικρύσει. Θα σταματήσει ισως για λιγο στο δάσος να κοψει ξερά κλονάρια για προσάναμα. Απολυτα σιγουρος θα σταματήσει τον χρόνο. Λιγο πίσω θα σταθω και ξανα θα ακολουθώ, πιστά μεχρι που θα αφήσει τα αρβιλα διπλα στο πατάκι. Και τοτε μεσ΄την σκοτούρα του θα τρυπώσω μέσα, σιγουρα θα εχει ξεχάσει μισανοιχτη την πόρτα. Θα τον πλησιάσω αθορυβα την ώρα που χάμω στην φλοκάτη θα μετράει με στόμφο τα ψάρια. Και διχως να με καταλάβει θα χώσω το μαχέρι στην λεμαργη κοιλιά του. Θα το στρίψω με τοση δύναμη την ώρα που θα με κοιτάει στα μάτια, ώστε να νιώσει τον δικο μου καημό όλα αυτα τα χρόνια που πέρασα στον βράχο. Και αφου του καθαρίσω τα εντοσθια για τα καλά θα τον πετάξω μεσ'το αλευρι ,που θα'χει μπολικο φαντάζομαι. Στο υπόγειο, τοσο έξοχος ψαράς που είναι και φυλάει εκει ολα τα λαφυρα του. Και επειτα θα τον τηγανίσω, ζωντανός ακόμα που θα υπάρχει, υπερβολικά φρέσκος και φωνακλάς. Δεν ηθελα πολλά αν αυτο ειναι το τελευταιο που θελω να ξερετε, μην με περάστε για τρελό ετσι που σας εξιστορώ τα παραπανω .Εξ'αλλου την γυναίκα θα την αφήσω ελευθερη ,δεν θα την ταλαιπωρίσω καθόλου, τι με εφταιξε η δόλια; Ισως την βάλω να ετοιμάσει τις σαλάτες, να την ρωτήσω που κρατάνε τα λεμόνια και μετα αμέσως θα την διώξω. Θα της πω και ποιον δρόμο να πάρει, τον σύντομο για να φυγει, αν δεν ξέρει πως βρέθηκε τυχαία εδω. Εν'αρχη με το 1/4 της ψαριάς θα ημουν ικανοποιημένος, δεν θα του έκανα τετοιο κακό. Ακομα κι αν δεν μπορουσε να μου δωσει αυτο που μου αξίζει θα συμβιβαζόμουν με οτι ειχε διαθέσιμο. Κάτι θα μου έδινε ,δεν συμφωνείτε και εσείς; Δεν θα φταναμε σε καμια περιπτωση στο φονικό, ναι σε καμια περίπτωση δεν θα γινόταν αυτό. Ομώς πλεον είναι πολυ αργά αν θέλετε και την αποψη μου γι' αυτο που γράφω. Ήδη να ξέρετε θέλω, οτι κοιτω πίσω απο το παραθύρι πως διασκεδάζει με τον γάτο του στο τζάκι. Η γυναικα του τον κοιτά με θαυμασμό ,μα και ο γάτος το ίδιο ,αγαπάει περισότερο αυτον και απ'τα ψαρια! Τι ανοητο γατί σκεφτομαι. Σηκώνετε αξαφνα αυτος ο άπληστος ψαράς, ρίχνει λίγα κουτσουρα να φουντώσει η φωτιά και μαζι με τον κουβα διασχίζουνε το σπίτι, σαν αχωριστοι φίλοι. Μετράει με ηδυπάθεια τα ψάρια, η φωτιά κάνει τα λέπια να καθρεφτίζουν στα μάτια του την πονηριά. Ανοιγω την πόρτα και με υποδέχονται τα παρακάλια. Ομως ειμαι αποφασισμένος και πιστος πλεον μονο στο μαχέρι φροντίζω να του πω: "Πλεονέκτη άνθρωπε, τώρα να ξες πως θα πληρώσεις!"